Αποχαιρετώντας τον Μίκη Θεοδωράκη

Γινόμαστε ένα. Βρίσκουμε πάλι τις αυλές με τα χαμηλά παράθυρα και τα πατζούρια που τρίζουν με τον αέρα. Μια γειτονιά που μεγαλώνει και μικραίνει που αλλάζει και βγάζει τα τραπέζια έξω και φτιάχνει γλέντια. Ενώνεται στους δρόμους και πληθαίνει τη φωνή στο άγαρμπο και το άδικο του κόσμου. Βρίσκεται στο κέντρο και στο περιθώριο για να φυτέψει και να μεγαλώσει τη σπορά.

 Στις μαεστρικές του κινήσεις και τη φωνή που τραντάζει και πάντα θα καλεί στον επόμενο αγώνα. Διαλέγει να πετάξει στις 2 του Σεπτέμβρη του 2021 και σε ηλικία 96 ετών, χορτασμένος. Αφήνει πίσω την ιστορία της ελληνικής μουσικής των πιο σημαντικών καιρών. Και η αναφορά μου στο έργο του θα ήταν λειψή. Σ’ ένα έργο από πάντα γνωστό που μάθαμε από παιδιά ν’ αγαπάμε, μας μεγάλωσε και μας δίδαξε, μας έκανε να ερωτευτούμε και να παθιαστούμε, τελικά να μάθουμε… πως το φεγγάρι κάνει μάγια και πως η δικαιοσύνη έχει τον πιο λαμπερό, νοητό ήλιο. Μας περπάτησε στα περιβόλια κάποιο Σαββατόβραδο και μας χόρεψε ζεϊμπέκικο βαρύ στη Δραπετσώνα μ’ ένα γεράνι να μοσχοβολάει ζωή.

Έκανε την ποίηση να τραγουδιέται στα σπίτια των εργατών, να μιλιέται από στόματα σπουδαγμένα στην πάλη και στο κρυφό το περιγιάλι  να ερωτοτροπεί η φύση με τον άνθρωπο. Να φτιάχνει τις επαναστάσεις και να δίνει τον ρυθμό που τρέμει στο στέρνο για το επόμενο βήμα, την επόμενη κραυγή.

Μονάχα μ’ ένα χελιδόνι και μιαν άνοιξη ακριβή. Η όμορφη πόλη γεμίζει με τη μουσική του, τις φωνές μας, πάλι. Ένας απέραντος κόσμος που οι ματιές θα είναι πάντα ίδιες στο φως του ήλιου. Τόσες εικόνες ποτέ δεν θα σβήσουν, γιατί πια είναι δικές μας σπουδές, κτήμα λαϊκό. Ακόμη κι αν οι μέρες μισεύουν.

Και με γλώσσα βουβή και βροντερή,  κάνει τη μουσική, την ιστορία του δικού μας τόπου. Σε κάποιον κόκκινο ουρανό σήμερα εσύ, αύριο εγώ, τότε κάποιον Ανδρέα… Δεν θα ξεχάσει ποτέ πως Το γελαστό παιδί οι φασίστες το σκότωσαν. Ούτε εμείς.

Καμιά ξεχασιά δεν επιτρέπουν αυτές οι μελωδίες στα χαραγμένα σαρανταπεντάρια μας και τα βινύλια που μας έδειξαν τον δρόμο, στις κασέτες που τον συνέχισαν και στα χείλη μας που δεν θα τον χάσουν ποτέ. Είναι οι μουσικές της ζωής μας άλλωστε. Κι ο άνθρωπος αυτός γίνεται το σύμβολο εκείνων των καιρών και το σώμα του γίνεται σφαίρα από νότες που αναβλύζει ελπίδα.

Σώπα, όπου να ναι, θα σημάνουν οι καμπάνες. Αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας. Δεν μπορεί κανείς να μας το πάρει.

 Καλό ταξίδι Μίκη Θεοδωράκη!