Απραγματοποίητος έρωτας

Όταν τον πρωτοείδα, ένιωσα να χάνω τη γη κάτω από τα πόδια μου. Αυξήθηκαν οι παλμοί μου και η ανάσα μου έγινε ασταθής. Χωρίς να μιλήσει, με πλησίασε και κάθισε δίπλα μου. Γύρισα το κεφάλι και τον κοίταξα. Είχε μαύρα μάτια. Λεπτά, σχεδόν ανύπαρκτα χείλη και έντονα ζυγωματικά. Έβγαλε ένα πακέτο τσιγάρα από την τσέπη του, το άνοιξε, έφερε ένα στο στόμα του και το άναψε. Μου είπε το όνομα του, δεν θα μπορούσε να είχε πιο ταιριαστό. Δεν είπε τίποτα άλλο. Μείναμε ο ένας δίπλα στον άλλο, να στεκόμαστε πάνω από το χάος που έχασκε λίγα μέτρα μακριά μας.

Χρόνια τώρα, στη θέα του και μόνο η ίδια αναστάτωση, οι ίδιες σκέψεις, η ίδια απογοήτευση. Χρόνια ολόκληρα να γυρνάει στο μυαλό μου χωρίς σταματημό ,να καρτερώ ένα του άγγιγμα, να φαντάζομαι την κοινή ζωή που ποτέ δεν είχαμε. Αυτός, με τα μαύρα μάτια, τα λεπτά, σχεδόν ανύπαρκτα χείλη, τα έντονα ζυγωματικά. Αυτός με το ταιριαστό όνομα που αποσυντόνισε τις αισθήσεις μου. Αυτός που αποτέλεσε μέτρο σύγκρισης για όλους όσους υπήρξαν και θα υπάρξουν και ας ήταν μόνο ένας ευσεβής πόθος. Ήταν αυτός και αυτό αρκούσε. Ήταν ένας έρωτας μονόπλευρος που θα έμενε απραγματοποίητος, μέχρι να έμπαινε η τελεία στο τέλος της δικής μου ιστορίας.