Το τελευταίο διάστημα δεν μπορούσα να συντάξω ούτε την πιο απλή πρόταση. Οι λέξεις δεν είχαν ουσία και τάραζαν σε πολύ μεγάλο βαθμό το ήδη ταραγμένη μυαλό μου. Γυρνώντας από τη νεκρόπολη, είχα να προετοιμαστώ για δύο εξεταστικές, μια εξ αποστάσεως και μια δια ζώσης. Aυτήν τη δια ζώσης την περίμενα πάντως πώς και πώς.
Το πρόγραμμα μου ήταν λίγο πολύ το ίδιο. Σπίτι, δουλειά, δουλειά, σπίτι και διάβασμα. Ο χώρος γύρω μου ήταν σαν βομβαρδισμένος. Παντού υπήρχαν διάσπαρτες φωτοτυπίες, στοιβαγμένα βιβλία και πεταμένα μολύβια. Σημείωνα, φωσφόριζα, ηχογραφούσα. Οι μέρες περνούσαν και χωρίς να το καταλάβω η ώρα της κρίσης είχε φτάσει. Εκείνη την Παρασκευή, την τελευταία Παρασκευή του Ιανουαρίου, όταν κατέβασα την οθόνη του υπολογιστή μετά από τέσσερις ώρες εξέτασης, ένιωσα λες και είχα αποβάλει από πάνω μου δέκα κιλά άγχος, το οποίο το τελευταίο διάστημα με καταδίωκε σε ό,τι κι αν έκανα.
Βρήκα πάλι τους ρυθμούς μου. Κατέβαινα στην παραλία, περπατούσα κατά μήκος της ακτής και χάζευα τους γλάρους να πετάνε σε σχηματισμό. Περνούσα και από τον Γουναρόπουλο. Βέβαια! Ήταν βλέπετε μια αγάπη αλησμόνητη. Στο σχολείο υπήρχε μια ρουτίνα. Οι ιώσεις θέριζαν και είχαμε μείνει σχεδόν οι μισοί. Παρόλα αυτά κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε.
Δύο εβδομάδες αργότερα επέστρεψα στην αγαπημένη μου Φλώρινα. Όχι ότι ήμουν διαβασμένη, ή περίμενα τίποτα τρελούς βαθμούς, ήθελα να αλλάξω λίγο παραστάσεις. Στο Πανεπιστήμιο όλα μου φαίνονταν ξένα. Ξένα πρόσωπα, ξένοι καθηγητές, διαφορετική ατμόσφαιρα -μου έλειπαν οι φίλες μου και τα όσα ζήσαμε εκεί μαζί. Όλο αυτό ήταν μια νέα συνθήκη την οποία καλώς ή κακώς έπρεπε να συνηθίσω.
Οι μέρες πέρασαν σαν σε δευτερόλεπτα. Περιπλανήθηκα με τις ώρες στο ποτάμι, δοκίμασα για μια ακόμη φορά τα παραδοσιακά φαγητά, ήπια πάμπολλα από εκείνα τα ποτά που με συντρόφευαν τις κρύες νύχτες του χειμώνα. Λίγο αργότερα έκλεισα μια βαλίτσα με ματαιωμένες προσδοκίες και γύρισα πίσω. Αυτό το ταξίδι δεν με ανανέωσε όπως περίμενα, ίσα ίσα με έφερε αντιμέτωπη με καταστάσεις που σκόπιμα αγνοούσα. Με καταστάσεις που γκρέμισαν τα όσα με κόπο είχα χτίσει, δημιουργώντας από το πουθενά συντρίμμια που έπρεπε άμεσα να μαζέψω.