ΠΩΣ ΑΠΟ ΤΟN ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ ΦΤΑΣΑΜΕ ΣΤΗΝ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ MAD CLIP;

Οι δύο καλλιτέχνες έτυχε να φύγουν από τη ζωή την ίδια μέρα. Για πολλούς, τούτο είναι και το μόνο κοινό αυτών των δύο ανθρώπων. Από τη μία, ένας άνθρωπος με καλλιεργημένο ιδεολογικό υπόβαθρο και καλλιτεχνική ιδιοφυία. Από την άλλη, ένας άνθρωπος εμποτισμένος με τη σύγχρονη καταναλωτική μανία ενός μπερδεμένου καπιταλισμού, ο οποίος γεννά τις ίδιες του τις κρίσεις. Κατά κάποιον τρόπο, ο Mad Clip έχασε τη ζωή του εξαιτίας της κουλτούρας που ο ίδιος υπηρέτησε.  

Είναι εντυπωσιακό όμως, το εξής: Μία αξιοσημείωτη μερίδα νέων, γνωρίζει τον Μίκη Θεοδωράκη απλώς ως «τον έχω ακουστά». Την ίδια στιγμή, πρεσβύτερες ηλικιακές ομάδες γνώρισαν τον νεαρό καλλιτέχνη τη μέρα του θανάτου του. Κι αν το δεύτερο δεν προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση, το πρώτο, μοιάζει φρικτό. Έκδηλο, λοιπόν, είναι το ερώτημα του τίτλου: Πώς φτάσαμε εδώ που φτάσαμε; 

Μία αιτία δύναται να αναζητηθεί στην κατάρρευση της ιδεολογίας. Κάποιοι νέοι, φαίνεται να μην πιστεύουν σε καμία ιδεολογία, αισθανόμενοι ότι αυτή δεν πρόκειται να λύσει τα προβλήματά τους σε έναν κόσμο έντονων ανισοτήτων. Στο μεταξύ, κάθε πνεύμα αγωνιστικότητας μοιάζει να έχει χαθεί ανεπιστρεπτί. Καθεμία και καθένας, βρίσκει το σημερινό αμερικανικό όνειρο σε στίχους όμοιους με αυτούς του Mad Clip. Η επικράτηση μιας περίεργης λογικής, που επιθυμεί τα πάντα, δίχως πολλές φορές να έχει καν προσπαθήσει για το παραμικρό. Η ευθύνη της παιδείας (της παιδείας ολιστικά,  όχι μονάχα της σχολικής εκπαίδευσης) είναι μεγαλύτερη ως προς αυτό, παρά ως προς τη μουσική αμάθεια, ευθύνη που επίσης της αποδίδεται σε τεράστιο βαθμό από πολλά άλλα άρθρα.

Μεταξύ των δύο εποχών, ασφαλώς, έχουν μεταβληθεί τα συγκείμενα. Η δημοκρατία έχει πλέον παγιωθεί. Ο δυτικός κόσμος βιώνει τη δική του Belle Epoque. Tα σημερινά προβλήματα, μοιάζουν μικρά μπροστά στα προβλήματα μιας προηγούμενης εποχής. Ωστόσο, η θεωρία του Maslow για τις ανθρώπινες ανάγκες, δεν έπαψε στιγμή να ισχύει. Εξηγώ. Από τη στιγμή που η ζωή, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, καθίσταται δεδομένη, η ανάγκες εξελίσσονται. Αν κάποτε υπήρχε ανάγκη για ελευθερία, δημοκρατία και ζωή, πλέον, εφόσον τα παραπάνω ιδανικά θεωρούνται κεκτημένα και μη επιστρεπτέα, πλέον υπάρχει ανάγκη για καλό λάπτοπ, κινητό και αυτοκίνητο. Με μία λέξη, καταναλωτισμός. Ή μάλλον, υπερκαταναλωτισμός. Όσο κι αν το οικολογικό, ως δαμόκλειος σπάθη παραμονεύει. Αλλά ποιος νοιάζεται;   

Yπάρχει, όμως, κι ένας ακόμα λόγος, που οδήγησε εδώ που φτάσαμε. Η αντίδραση. Η αντίδραση σε μια προηγούμενη γενιά, που κληροδότησε στο σήμερα, το σήμερα. Το σήμερα των ανισοτήτων, της έμφυλης βίας, το σήμερα του καθωσπρεπισμού. Η trap μουσική, είναι η μουσική της αντίδρασης σε κάθε τι που μυρίζει γεροντίλα. 

Αξίζει να αναφερθεί στο σημείο αυτό, ότι πολλοί, ορμώμενοι κυρίως από τις πρεσβύτερες γενιές, βγάζουν σπυριά κάθε φορά που βλέπουν τη λέξη «καλλιτέχνης» να συνοδεύει το όνομα του Mad Clip και των λοιπών trappers. Δεν θα αναλωθώ αν οι trappers είναι ή δεν είναι καλλιτέχνες. Θα αναφέρω μονάχα, ότι ένα χαρακτηριστικό της τέχνης είναι η αισθητική. Η αισθητική, μεταβάλλεται στον χωροχρόνο. Αν η αισθητική στον «σύγχρονο χωροχρόνο» [sic] έχει αλλάξει τόσο πολύ, σε σημείο που η σημερινή αισθητική ορισμένων νέων ανθρώπων συνάδει περισσότερο με την αισθητική του Mad Clip κι όχι με αυτήν του Θεοδωράκη, είναι ένα άλλο πεδίο για το οποίο δεν είναι θεμιτό να βγάλει κανείς σπυριά, πριν τουλάχιστον προβληματιστεί. Κι ο προβληματισμός αυτός πρέπει να συνοψιστεί στην κατάρρευση της ιδεολογίας και στην έγερση της καταναλωτικής μανίας, που συναντώνται σε ανθρώπους που εμφιλοχωρούν στις πιο δυναμικές ομάδες της κοινωνίας. Πρόκειται για ένα φαινόμενο το οποίο ευλόγως δεν είναι μονάχα ελληνικό, αλλά παγκόσμιο.

Ο προβληματισμός αυτός θα δώσει την απάντηση. Την απάντηση στο γιατί στο «τι θέλω» του Θεοδωράκη, η απόκριση είναι «θέλω κότερα, ελικόπτερα, θέλω οικόπεδα,  γούστα ακριβά…».