Τα θερινά σινεμά της Αθήνας: Από την Αίγλη στο Cine Πολεμικό Μουσείο

Στην εποχή του streaming και της ψηφιακής πλατφόρμας, υπάρχει μια συνήθεια που έχει ιστορία, νοσταλγία αλλά και βλέμμα στο μέλλον, που δεν είναι αμιγώς ελληνική αλλά είναι ταυτισμένη με το ελληνικό καλοκαίρι, με την κάψα του και τη δροσιά του, με τις μυρωδιές, τις γεύσεις και τον έναστρο ουρανό του.

Το θερινό σινεμά δεν είναι μόνο αγιόκλημα και γιασεμί, χαλίκι, πατατάκια και διάθεση να θυμηθούμε τα παλιά. Δεν είναι μόνο νοσταλγική ανάμνηση, αλλά ιστορία που παραμένει ζωντανή, συνεχίζει να διαμορφώνει αναμνήσεις, είτε επιμένοντας παραδοσιακά, είτε έχοντας μπει σε ένα επόμενο στάδιο, χωρίς χαλίκι, ούτε γκαζόζα, ούτε καν καρέκλες σκηνοθέτη, αλλά με σαγκρία και σεζ λονγκ, τραπεζάκια και finger food κι εξωτικά κοκτέιλ.

Έτσι ή αλλιώς, τα θερινά της Αθήνας παραμένουν ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας της πόλης, που ομορφαίνουν τις γειτονιές της κι αφήνουν στίγμα στη μνήμη των κατοίκων και των επισκεπτών της.

Τα πρώτα θερινά της Αθήνας
Η ιστορία των θερινών σινεμά στην Ελλάδα ξεκινά στις αρχές του 1900, κυρίως από από πλανόδιους που έστηναν ένα μεγάλο πανί και διοργάνωναν υπαίθριες προβολές. Την επόμενη δεκαετία τα θερινά έχουν μετατραπεί στη “νέα μόδα” της εποχής για την Αθήνα.

Ήδη έχουν ανοίξει ιστορικά θερινά (που συνεχίζουν και σήμερα την ιστορία τους), όπως η “Αίγλη” στο Ζάππειο (όπου σε ένα καταπράσινο περιβάλλον σε ένα προνομιακό σημείο της πόλης, απλοί λαϊκοί άνθρωποι της εποχής συναντιόνταν με λόγιους, καλλιτέχνες και διανοούμενους) ή η “Δεξαμενή” στο Κολωνάκι (δίπλα στο καφενείο – στέκι τότε του Βάρναλη και του Παπαδιαμάντη, όπου οι προβολές εναλλάσσονταν με Καραγκιόζη).

Τα πρώτα χρόνια, τα θερινά δεν είχαν καν εισιτήριο, όμως οι παρευρισκόμενοι έπρεπε να πληρώσουν για το ποτό, το γλυκό κεράσι ή τη γκαζόζα τους. Η εξάπλωσή τους είναι ραγδαία και ασταμάτητη ακόμα και εν μέσω πολέμων και αεροπορικών επιδρομών, για να φτάσει μεταπολεμικά σε μια αλματώδη ανάπτυξη.

Τα διάσημα θερινά των ‘60s-’70s
Τη δεκαετία του ’60, μόνο στην Αθήνα, στον Πειραιά και στα προάστια καταγράφονται 320 θερινοί κινηματογράφοι, ενώ το 1970 φτάνουν τους 542! Κάθε γειτονιά έχει τον δικό της θερινό κινηματογράφο, πολλοί έχουν γυναικεία ονόματα (“Αΐντα”, “Κάρμεν”, “Ροζάν”, “Στέλλα”), ενώ οι περισσότεροι είναι συγκεντρωμένοι σε περιοχές όπως οι Αμπελόκηποι, η Κυψέλη, τα Πατήσια, τα Εξάρχεια.

Φημισμένα θερινά της εποχής η πλημμυρισμένη από λουλούδια “Κάρμεν” στους Αμπελόκηπους (ξεκίνησε το 1961, έκλεισε, ξαναλειτούργησε, ξαναέκλεισε και σήμερα έχει ανακαινιστεί και συνεχίζει τη λειτουργία της), η “Άϊντα” (Κηφισίας) με την αδυναμία στις ελληνικές ταινίες και στα ασπρόμαυρα μελό (που έχει πια γκρεμιστεί), το καταπράσινο, διάσημο για τα προφιτερόλ του, “Ελληνίς”, το “Βέρντεν” στην Αλεξάνδρας, που έπαιζε μόνο ποιοτικές ξένες ταινίες (κι έχει πια δώσει τη θέση του σε πολυόροφο κτίριο), η μοντέρνα “Γρανάδα” με την ταράτσα της, που αντί για χαλίκι είχε μωσαϊκό (και αργότερα έγινε το θερινό θέατρο Λαμπέτη), τα πανέμορφα “Παναθήναια”, που θεωρούνταν ένα από τα πιο δροσερά σημεία της καλοκαιρινής Αθήνας, η τεράστια αυλή του “Νινόν”, το “Βοξ” στα Εξάρχεια με την πολυτραγουδισμένη ταράτσα (που λειτουργεί από το 1938 και συνεχίζει)…

Πτώση και συρρίκνωση

Στα ‘80s και στα ‘90s, η είσοδος της τηλεόρασης σε κάθε σπίτι, η ανάπτυξη της βιντεοκασέτας και η εμφάνιση της ιδιωτικής τηλεόρασης, σε συνδυασμό με την ανοικοδόμηση κάθε γωνιάς της πόλης οδηγούν τα θερινά όχι μόνο σε ραγδαία συρρίκνωση αλλά και στην απειλή εξαφάνισης (μέχρι που το ‘97 εκδίδονται υπουργικές αποφάσεις, που κρίνουν 47 θερινούς ως διατηρητέους με το σκεπτικό ότι “ο χώρος των θερινών κινηματογράφων αποτελεί χαρακτηριστικό τόπο πολιτιστικής επικοινωνίας που ήδη φθίνει ή κοντεύει να εκλείψει”). Οι θερινοί που συνολικά ανέρχονταν σε 594 το 1990, το 2014 είχαν πέσει στους 194, εκ των οποίων οι 94 βρίσκονται στην Αθήνα. 

Σήμερα τα θερινά της πόλης υστερούν σε ποσότητα σε σχέση με την περίοδο της μεγάλης ακμής τους (φτάνουν μόλις τα περίπου 40), δεν υστερούν όμως σε μαγεία, σε ήχους από τζιτζίκια, σε μυρωδιές από αγιόκλημα και φρεσκοψημένο ποπ κορν, σε φεγγαράδες και βραδιές με αστέρια. 

Τα ωραιότερα θερινά της Αθήνας σήμερα

Πιστά στο ραντεβού τους με το κοινό παραμένουν θερινά σινεμά, όπως η ιστορική “Αίγλη” στο Ζάππειο, που συνεχίζει να υποδέχεται το κοινό στην ίδια προνομιακή τοποθεσία, καλλωπισμένη και ανανεωμένη, με κλασικές καρέκλες σκηνοθέτη, με υπερσύγχρονο προβολέα και σύστημα ήχου, σεζ λονγκ στις πρώτες σειρές και κυλικείο που -μεταξύ άλλων- προσφέρει χειροποίητη πίτσα και παγωμένα κοκτέιλ -όπως ένα εξαιρετικό negroni. 

Σταθερό σημείο αναφοράς στην πόλη συνεχίζει να είναι και το “Σινέ Δεξαμενή”, που από το 1991 εδρεύει στην ταράτσα της παλιάς δεξαμενής, διαθέτει πλέον σύγχρονα ψηφιακά μηχανήματα προβολής αλλά διατηρεί ως σήμα κατατεθέν του τις μυρωδιές από βασιλικό και γιασεμί και το κυλικείο του. 

Μια ιδιαίτερη περίπτωση είναι το ξεχωριστό “Εκράν” (1969), σημείο αναφοράς της πόλης από τις αρχές του ‘70, όταν ξεκίνησε την προβολή ανεξάρτητων διεθνών παραγωγών (όπως ρωσικών, σκανδιναβικών, γαλλικών).

Το “Εκράν” πρόσφερε μια ευρύτερη κινηματογραφική παιδεία στο αθηναϊκό κοινό και σύντομα καταξιώθηκε στη συνείδηση του ως ο κατεξοχήν κινηματογράφος τέχνης -που συγκέντρωνε πάνω από 55.000 θεατές ανά σεζόν. Φόρο τιμής στις αναμνήσεις που γενιές και γενιές Αθηναίων σχημάτισαν κάτω από την οθόνη του “Εκράν” απέδωσαν ο Σταμάτης Κραουνάκης με τη Λίνα Νικολακοπούλου στο τραγούδι “Το καλοκαίρι θα ‘ρθει” και ο Βασίλης Καζούλης στο “Τελευταίο” (“Αμοργός”). Σήμερα το ραντεβού ιδίως των σινεφίλ Αθηναίων παραμένει στα σκαλιά του -ανανεωμένου- “Εκράν” με την εμβληματική πρόσοψη, στην οποία δεσπόζει το φεγγάρι του Μελιές. 

Στην ίδια περιοχή (Εξάρχεια) και περίπου στην ίδια φιλοσοφία με το “Εκράν”, ο καταπράσινος κήπος του “Ριβιέρα” συνεχίζει την 55χρονη ιστορία του, με ταινίες πρώτης προβολής, και αφιερώματα σε διάσημα αλλά και σπάνια διαμάντια του κλασικού κινηματογράφου.  

Πάντα καταπράσινη, με αύρα παλιάς Αθήνας, μυρωδιά από αγιόκλημα αλλά και ενημερωμένο μπαρ και άνετες καρέκλες, η ιστορική “Αθηναία” στο Κολωνάκι (που φτιάχτηκε το 1969 ως μια μικρογραφία της “Ριβιέρας” από τον ίδιο ιδιοκτήτη) συνεχίζει ως ένα από τα πιο δημοφιλή κινηματογραφικά στέκια των Αθηναίων.  

Πολύ πριν το CNN το συμπεριλάβει στους καλύτερους θερινούς του κόσμου, το “Θησείον” ξεκίνησε να λειτουργεί το 1938, έχοντας ακριβώς κάτω από την οθόνη του ένα ενυδρείο με χρυσόψαρα και κοχύλια! Σήμερα εξακολουθεί να προσφέρει παγωμένη βυσσινάδα και φημισμένη τυρόπιτα, πάντα με θέα Ακρόπολη. 

Ένας από τους θερινούς – σύμβολα της πόλης επέστρεψε στο άνοιγμα της καλοκαιρινής σεζόν. Το “Cine Paris”, η αγαπημένη κινηματογραφική ταράτσα της Πλάκας, άνοιξε ξανά τις πόρτες του ύστερα από τέσσερα χρόνια απουσίας, δίνοντας έτσι συνέχεια σε μια ιστορία που ξεκίνησε το 1920. Με συγκλονιστική θέα που “απειλεί” να κλέψει το βλέμμα από την οθόνη και με μπαρ που προσφέρει 47 διαφορετικά ποτά, το εμβληματικό θερινό υπόσχεται αξέχαστες κινηματογραφικές εμπειρίες με νέες παραγωγές αλλά και αγαπημένες κλασικές ταινίες. 

Στους πιο αγαπημένους θερινούς του κέντρου ανήκει και η καταπράσινη “Όασις” στο Παγκράτι, που άνοιξε γύρω στο 1950 και διατηρεί ως σήμερα ατμόσφαιρα παλιού νοσταλγικού ρομάντζου. Αντιθέτως θλίψη προκαλεί η απουσία του “Παλάς” (στην ίδια περιοχή), που άνοιξε τις πόρτες του το 1925, όμως σήμερα η ταράτσα του παραμένει κλειστή, μπροστά στην προοπτική να ανοίξει στο κτίριο σούπερ μάρκετ. Το γεγονός βέβαια, ότι το θερινό ανήκει στα διατηρητέα, άρα προστατευόμενα, απαγορεύει την αλλαγή της χρήσης του χώρου του υπαίθριου κινηματογράφου, ακόμα κι αν το υπόλοιπο κτίριο αλλάξει χρήση.

Στα βόρεια προάστια, η “αρχόντισσα της Κηφισιάς” “Μπομπονιέρα” συνεχίζει μια ιστορία που ξεκίνησε το 1918, ενώ προς τα νότια το “Σινέ Φλοίσβος” στο πάρκο του Παλαιού Φαλήρου, μπορεί να μην έχει μακρά ιστορία, αλλά υποδέχεται τους τηλεθεατές σε κήπο δίπλα στη θάλασσα με καφέ και χώρο εστίασης.

Στα “new age” σινεμά του κέντρου, το Cine Πολεμικό Μουσείο στον κήπο του Πολεμικού Μουσείου, άνοιξε την αυλαία του το 2022 και αγκαλιάστηκε άμεσα από το κοινό. Σχεδιασμένο σε διαφορετικά επίπεδα, με τραπεζάκια και καρέκλες που δεν είναι στριμωγμένες η μια δίπλα στην άλλη, με μια από τις μεγαλύτερες οθόνες που υπάρχουν σε θερινό και με ένα μπαρ που προσφέρει κλασικά σνακ αλλά και πιο ιδιαίτερα finger food, premium μπύρες, σαγκρία και κοκτέιλ είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας νέας εποχής στα θερινά, που ως νέα είναι ωραία, αλλά κι ο παλιός είναι πάντα αλλιώς…