14 του Φλεβάρη σήμερα.
Η των ερωτευμένων μέρα.
Κι ο σύζυγος, ο κάποτε σφόδρα ερωτευμένος…
«Αυτά είναι αμερικανιές» απαντά στη μικρή που τον ρωτά τί δώρο μου έκανε
σήμερα.
Μάλλον με τη βέρα στο δεξί πήρε και την ελληνική υπηκοότητα! Αυτόματα. Δεν
εξηγείται αλλιώς.
Γιατί πρίιιιν… Να σου τα λουλούδια ο κήπος των Βερσαλλιών φάτσα φόρα, να και τ’ αρκούδια σε φυσικό μέγεθος με παντελόνι και μακό, με τα κιλά οι σοκολάτες,
σπαγγάτο για το διαβήτη και φυσικά… Η ταντέλα, πρόλογος θερμού επεισοδίου με
σήμα άνω των 16.
«Αμερικανιές μπαμπά, αλλά ο μπαμπάς της Άννας μια ολόκληρη τούρτα έφερε στη
μαμά της. Και σκουλαρίκια παρακαλώ! Σαν τον Ντάμπο με κρίκους θα ‘ναι αλλά της
τα πήρε!».
«Η δικιά μου είναι θεά μπροστά της κι εσύ δεν της έφερες τίποτα».
«Μα η μαμά σου δεν φορά σκουλαρίκια».
«Φοράει όμως ρολόγια, βραχιόλια, δαχτυλίδια και τρελαίνεται για γλυκά».
«Η μαμά σου έχει τα πάντα, δεν χρειάζεται κάτι».
«Κι όμως χρειάζεται μπαμπά! Και όχι μόνο σήμερα. Κάθε μέρα χρειάζεται έστω μια
αγκαλιά».
«Κι εσύ που το ξέρεις;».
«Το ξέρω. Γιατί εγώ τη βλέπω. Εσύ είσαι ο τυφλός».
Έσκυψε ο έρωτας, ο τυφλός.
Έγινε από πυρκαγιά τρεμάμενη φλογίτσα σε μπλε αναπτηράκι.
Κι εγώ ένα κηροπήγιο στο χωλ.
Εκτελωνισμένο πια.
Αξεσκόνιστο, αγυάλιστο.
Και λίγο πριν σβήσει η μέρα στο κηροπήγιο του χρόνου, αγυάλιστη, αξεσκόνιστη κι
αυτή…
«Μαμά, μαμά! Κοίτα τί σου έφερε ο μπαμπάς!».
Και μετρώ στο ζαχαροκούτι, τέσσερις λουστραρισμένες παστοκαρδούλες.
Μια για τη γιορτή, μια για το παιδί,
μια για τη Νταμπομαμά και μια για τη χώρα του Κολόμβου.
Και η δική μου ;
Ένα κόκκινο σκουλαρίκι κρεμασμένο στο κηροπήγιο.
Ίσα που μύρισε φράουλα…
15 του Φλεβάρη αύριο.