Στάθηκε στο σκαλοπάτι
ανυποψίαστος ο χρόνος.
Μια ύπουλη στιγμή.
Μας ένωσε και σάστισε.
Φιλιά με πετιμέζι κι αλμύρα
τον κεράσαμε.
Σε σπίθες των ματιών
τις πίκρες του ζεστάναμε.
Σε χέρια σφιχτά δεμένα
τον κρύψαμε,
σα μινιατούρα να γελά.
Οι φόβοι του έλιωσαν
στων κορμιών το σμίξιμο.
Κι όνειρα θαλασσιά γεννήσαμε
Δυο μυστικά του ψιθυρίσαμε
Τα πήρε και τα κλείδωσε
σε μουσικό κουτί
Τώρα πληγώνεται η προσμονή
Κανένας δε γυρίζει.
Τα μάτια καρφωμένα εκεί.
Μα ο τοίχος, δίχως ρολόι μένει
Μόνο με σκιές κι ένα περίγραμμα
Μια μυρωδιά, να ζωντανέψει
τους χαμένους δείκτες
Είκοσι ακροδάχτυλα° ένα ας τολμήσει
ν’ αγγίξει τη μνήμη που καίει
Σφραγισμένο το μουσικό κουτί
Μια νότα , ένας χορός
Τίποτα.
Μόνο χτύποι με ρυθμό
Δηλητήριο τα λεπτά.
Όχι του ρολογιού.
Μα αυτής… της απουσίας.
Και ο χρόνος φαρμακώνεται
Και ο χρόνος ουρλιάζει.