Και τι δεν ξέρει κανείς/καμιά για τον beat ποιητή Γκρέγκορυ Κόρσο. Μήπως τα τραυματικά παιδικά του χρόνια; Την κατάληξή του στη φυλακή; Τον δύσβατο αγώνα για βιοπορισμό; Ή μήπως το αναντίρρητο γεγονός ότι πρόκειται για έναν από τους σπουδαιότερους αμερικανούς ποιητές; Σίγουρα όλα αυτά αποτελούν κοινή γνώση. Ωστόσο, ο Κόρσο, εκτός από το πολυσχιδές ποιητικό του έργο, έχει αφήσει πίσω του κάποιες πολύ ενδιαφέρουσες, βαθυστόχαστες και τολμηρές θεωρητικές σελίδες που κρύβουν και αναδεικνύουν – όπως συμβαίνει άλλωστε και με την ποιητική του – μία διαύγεια που ξεφεύγει κατά πολύ από τα αποστειρωμένα και πολύ συχνά τεχνοκρατικά μελετητικά στεγανά και καλούπια, και επιχειρεί να ανοίξει νέους δρόμους και προοπτικές για τη μελέτη και την έρευνα αυτού του σύνθετου και ποικιλόμορφου καλλιτεχνικού φαινόμενού που ονομάζεται ποίηση, καθώς και του ποιητικού υποκείμενου που στέκεται πίσω από αυτό. Το παρόν κείμενο, έχει ως στόχο να αποσαφηνίσει και να εξηγήσει τα νοήματα των θεωρητικών σελίδων του Κόρσο μέσα από τον – ταιριαστό σε αυτές – φακό του Γάλλου μεταδομιστή φιλοσόφου Ζιλ Ντελέζ.
Για τον Κόρσο, «όλη η υπόθεση της ποίησης βρίσκεται στα χέρια του ανθρώπου. Η ποίηση δε σημάνει τίποτα χωρίς τον άνθρωπο» (2019: 21-22). Η ποίηση, «ο παράδεισος» όπως χαρακτηριστικά την ονομάζει (Κόρσο, 2019: 10), είναι ο ίδιος ο ποιητής: «η ποίηση κι ο ποιητής δε διαχωρίζονται – δεν μπορώ να γράψω για την ποίηση χωρίς να γράψω για τον ποιητή» (2019: 7). Υπό αυτό το πρίσμα, το ποιητικό φαινόμενο δεν νοείται ως μία δράση ή δραστηριότητα η οποία υπόκειται σε μία μεθοδολογία από τον δημιουργό του, τον ποιητή, ώστε να πραγματοποιηθεί και να παρουσιαστεί· αλλά ως μια κατάσταση απόλυτης ένωσης, ηχηρής συνάντησης μεταξύ υποκειμένου (δηλαδή του ποιητή) και αντικειμένου (δηλαδή της ποίησης), έτσι που η ύπαρξη του ποιητή συνεπάγεται την ύπαρξη του ποιήματος (Κόρσο, 2019: 12), δίνοντας όμως πάντα προτεραιότητα στον «ποιητή-άνθρωπο» (Κόρσο, 2019: 22). Σε αντίθεση λοιπόν με την επικρατούσα αντίληψη που θέλει τον ποιητή δευτερεύοντα ως προς το ποίημα, αντίληψη που ο Κόρσο (2019: 21) χαρακτηρίζει «λυπητερή κωμωδία», για τον Κόρσο (2019: 21) «το φως πηγάζει απ’ τον ποιητή, όχι από το ποίημα […] ο ποιητής το δίνει στο ποίημα και το ποίημα το δίνει στον άνθρωπο».
Ο ποιητής, κατά τον Κόρσο (2019: 13), «κατασκοπεύει, μα όχι με την πολιτική έννοια. Είναι του καθενός κατάσκοπος, κατασκοπεύει τον οποιονδήποτε και δίνει αναφορά στον οποιονδήποτε». Και καθήκον του είναι «να γίνει ο Χριστόφορος Κολόμβος του νου, το αναπεπταμένο πεδίο της συνείδησης» (Κόρσο, 2019: 13) με τη διαφορά ότι ο ποιητής δεν έχει να ανακαλύψει τον υπάρχον, όπως ο εξερευνητής-θαλασσοπόρος, αλλά είναι επιφορτισμένος με κάτι πολύ πιο βαθύ: «να επιφέρει «αλλαγή στην κοινωνία» (Κόρσο, 2019: 26), «να συστήσει έναν καινούργιο κόσμο» (Κόρσο, 2019: 15).
Αυτή την υφή, την ιδέα περί ανακάλυψης του καινούργιου, τη συναντάμε έντονα στον Ντελέζ, ότι δηλαδή η γραφή «έγκειται στην επινόηση ενός νέου λαού που έλειπε μέχρι τότε», ότι «η ανακάλυψη ενός καινούριου λαού» αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της λογοτεχνικής δημιουργίας (2024: 16). Αντίστοιχα το ποιητικό υποκείμενο, με τους όρους του Κόρσο (2019: 15), δεν εξαντλείται, και δεν περιορίζεται, στην αισθητική σφαίρα και την καλλιτεχνική παραγωγή, αλλά μάλλον προσπαθεί να φιλοτεχνήσει και να αναδείξει μέσα από αυτές «έναν καινούργιο κόσμο» ο οποίος «δε βρίσκεται εκεί μέχρι ο ίδιος να τον βάλει εκεί […] και να τον ανακαλύψει για όλους τους ανθρώπους και το χρόνο» (Κόρσο, 2019: 15). Για τον Κόρσο, ο ποιητής είναι αυτός που εντοπίζει και κατανοεί τη μεγάλη ανομία και αβεβαιότητα του κόσμου, την «αποδέχεται», και ταυτόχρονα «πασχίζει για τη βεβαιότητα» (2019: 32). Η δυσαρέσκεια και η απαισιοδοξία του βιωμένου κόσμου, το «αντιποιητικό» (Κόρσο, 2019: 23) στοιχείο που τον χαρακτηρίζει, είναι αυτό που τον παρακινεί να ψάξει κάτι πέρα από τον ίδιο. Το νόημα, επομένως, και η ανάγκη της πολυπόθητης αλλαγής στην κοινωνία που επιθυμεί ο ποιητής κατά τον Κόρσο μπορεί να εντοπιστεί στον ντελεζιανό ορισμό του συγγραφικού υποκειμένου:
ο συγγραφέας είναι περισσότερο ένα ιατρός που κάνει διάγνωση παρά ένας ασθενής, ωστόσο η διάγνωσή του είναι ο κόσμος – ακολουθεί βήμα βήμα την πάθηση, όμως η παραγωγική αυτή πάθηση αφορά τον άνθρωπο. Αξιολογεί την πιθανότητα υγείας, αλλά οι πιθανότητες αυτές αφορούν τη γέννηση ενός νέου ανθρώπου (Ντελέζ, 2024: 88).
Βέβαια, η παραπάνω διαδικασία – ας την ονομάσουμε έτσι καταχρηστικά – δεν έγκειται στη χάραξη μιας ηγεμονικής εκ μέρους του ποιητή κατεύθυνσης εντός της οποίας ο κόσμος καθοδηγείται και πατρονάρεται από τον ποιητή. Αντίθετα, ο ποιητής, ιδωμένος ως το πλάσμα εκείνο που «αποτελεί τη μόνη ακηλίδωτη από σκοτεινές, ασυγχώρητες πράξεις ύπαρξη» (Κόρσο, 2019: 22), είναι αυτός που «μπορεί, περισσότερο απ’ τον καθένα» στην κοινωνία «να επιφέρει μία αλλαγή εντός της» (2019: 26). Ο ποιητής δεν αγνοεί ούτε προσπερνά την κοινωνία, αλλά δρα και λειτουργεί εντός του κόσμου, με τον κόσμο και για τον κόσμο. Είναι αυτός «που σχεδόν πρώτος συνειδητοποιεί την αλλαγή», και έτσι «οφείλει να φυσήξει την τρομπέτα» (2019: 23). «Ο ποιητής έρχεται ενώπιον ενωπίω με τον κόσμο γύρω του, άλλοτε σκοτωμένος και άλλοτε συμφιλιωμένος» (Κόρσο, 2019: 26). Η θέση αυτή θα λέγαμε ότι απηχεί την αντίληψη του Ντελέζ ότι παρά το γεγονός ότι η λογοτεχνία προέρχεται από και «αναφέρεται σε μεμονωμένους δρώντες, είναι μια συλλογική συναρμογή εκφοράς» (2024: 16). Δηλαδή, ο ποιητής εκκινεί οπλισμένος με το ατομικό στοιχείο μόνο για να το μετασχηματίζει σε συλλογικό, εκκινεί από την προσωπικότητά του μόνο για να την κοινωνήσει και να την μεταμορφώσει.
δεν πρόκειται για έναν όρο που γίνεται ένας άλλος, αλλά για το ότι ο καθένας συναντά τον άλλο, ένα μόνο γίγνεσθαι που δεν είναι το ίδιο για τους δύο, εφόσον δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Αλλά είναι ανάμεσα στους δύο, έχει τις δικές του κατευθύνσεις […] δεν είναι κατιτί που είναι μέσα στο ένα ή μέσα στο άλλο, έστω κι αν αυτό πρόκειται να ανταλλαχθεί, να αναμειχθεί̇ είναι κατιτί που υπάρχει ανάμεσα στα δύο, έξω από τα δύο, και τρέχει σε διαφορετική κατεύθυνση […] είναι διαρκώς εκτός και μεταξύ (Ντελέζ & Παρνέ, 2022: 15).
Η οπτική του Κόρσο λοιπόν για τη σχέση της γραφής με τον κοινωνικό μετασχηματισμό τόσο ως όραμα όσο και ως κατασκευή, δηλαδή για το πώς που αναγκαστικά την ακολουθεί, θα μπορούσε να ιδωθεί μέσα από την – και ως η – έννοια του «γίγνεσθαι». Το γίγνεσθαι, ως τρόπος συσχέτισης, δεν αφορά το «μιμείσθαι, ούτε το προσποιείσθαι, ούτε το προσαρμόζεσθαι» . Δεν πρόκειται δηλαδή για «ταυτοποίηση» του υποκειμένου (με κάτι, εσωτερικό ή εξωτερικό), αλλά για επινόηση της «ζώνης γειτνίασής» του, «του μη διακριτού, του αδιαφοροποίητου, όπου πια κάποιος μπορεί να μη γίνεται διακριτός» (από αυτό με το οποίο σχετίζεται) . Το γίγνεσθαι δηλαδή δεν προκύπτει ως το «ανακριβές» ή το «γενικό», εν πολλοίς το ασαφές, αλλά κυρίως ως το «απρόβλεπτο» και το «μη προϋπάρχον». «Στο βαθμό που κάποιος γίνεται, αυτό που γίνεται μεταβάλλεται όσο κι αυτός ο ίδιος». Το γίγνεσθαι λοιπόν «δεν είναι φαινόμενο […] αφομοίωσης, αλλά διπλής κατάκτησης», στην οποία καταργείται η όποια δυαδικότητα (μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών) – επειδή δεν εντοπίζονται δύο άκρες, κάποια αρχή και κάποιο τέλος – προς όφελος της ρευστότητας και της ετερογένειας. Πρόκειται για μια «α-παράλληλη εξέλιξη» (Ντελέζ & Παρνέ, 2022: 15):
δεν πρόκειται για έναν όρο που γίνεται ένας άλλος, αλλά για το ότι ο καθένας συναντά τον άλλο, ένα μόνο γίγνεσθαι που δεν είναι το ίδιο για τους δύο, εφόσον δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Αλλά είναι ανάμεσα στους δύο, έχει τις δικές του κατευθύνσεις […] δεν είναι κατιτί που είναι μέσα στο ένα ή μέσα στο άλλο, έστω κι αν αυτό πρόκειται να ανταλλαχθεί, να αναμειχθεί̇ είναι κατιτί που υπάρχει ανάμεσα στα δύο, έξω από τα δύο, και τρέχει σε διαφορετική κατεύθυνση […] είναι διαρκώς εκτός και μεταξύ (Ντελέζ & Παρνέ, 2022: 15).
Αντίστοιχα, στο όνειρο του Κόρσο για την μετασχηματισμένη κοινωνία, το «ποιητικό πνεύμα» σπάει τα δεσμά της αποξένωσης που ταλανίζουν τον κόσμο, απεγκλωβιζόμενο έτσι – και παράλληλα απεγκλωβίζοντας – από τους λόγους των μοναδικοτήτων (μοναδικό υποκείμενο, μοναδικός κόσμος, μοναδική κοινωνία) και δυαδικοτήτων (σχέσεις με πόλους, ρόλους και διακριτές λειτουργίες), και διαμορφώνοντας μια «ανθρωπότητα […] πολυποίκιλη» όπου ενώνονται ο κόσμος του ποιητή με τον υπόλοιπο κόσμο (2019: 27). Εντός αυτής, η ποίηση χάνει την γραπτή της έκφραση και μορφή – ή μάλλον δεν αρκείται σε αυτή – και μεταφέρεται στην «ύπαρξη και τα έργα του ανθρώπου» (Κόρσο, 2019: 27), μετατρεπόμενη θα έλεγε κανείς/καμία σε επιτελεστικότητα. Τι αναδύεται και τι συμβαίνει εδώ; Στην οπτική του Κόρσο, ο μετασχηματισμός της κοινωνίας, δηλαδή ο μετασχηματισμός των υποκειμένων που διαμορφώνουν το κοινωνικο-πολιτισμικό πλαίσιο, και που διαμορφώνονται από αυτό, συμπλέει με τον μετασχηματισμό της γραφής. Κάτι που πάλι θυμίζει την ντελεζιανή ερμηνεία, ότι «η γραφή είναι αδιαχώριστη από το γίγνεσθαι», συνίσταται σε αυτό, «είναι μια υπόθεση του γίγνεσθαι, διαρκώς ανολοκλήρωτη, διαρκώς σε διαδικασία επιτέλεσης, που υπερβαίνει οποιαδήποτε βιώσιμη ή βιωμένη εμπειρία» (Ντελέζ, 2024: 11).
Βιβλιογραφία
Deleuze, G. & Guattari, F. (2017). Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια 2. Χίλια
Πλατώματα (Β. Πετσογιάννης, Μτφρ.). Αθήνα: Πλέθρον.
Ντελέζ, Ζ. & Παρνέ, Κ. (2022). Διάλογοι (Κ. Β. Μπούντας, Μτφρ., Δ. Τουλάτου,
Επιμ.). Αθήνα: Εκκρεμές.
Ντελέζ, Ζ (2024). Κριτικά και κλινικά (Χ. Κολύρη, Μτφρ., Γ. Ρήγας, Επιμ.). Αθήνα:Κέδρος.
Κόρσο, Γ. (2019). Ο ποιητής και το ποίημα (Χ. Αγγελακόπουλος, Μτφρ.). Αθήνα: Bibliotheque.
Σύντομο βιογραφικό αρθρογράφου:
Μιχάλης Κατσιγιάννης γεννήθηκε το 1997 στην Πάτρα όπου και ζει. Κείμενά του για τη λογοτεχνία (θεωρία και κριτική) και την εκπαίδευση κυκλοφορούν σε διάφορα περιοδικά. Έχει εκδώσει (ως ψηφιακά βιβλία) τις ποιητικές συλλογές «μετα-ελεγείες» (Εξιτήριον, 2025), «βλέμματα» (Εξιτήριον, 2025) και «επ’ αυτού» (Ανεξάρτητες Εκδόσεις Γλαρόλυκοι, 2025) και τη μελέτη «Γιάννης Λειβαδάς: ο επιπλέων λόγος» (Εξιτήριον, 2025). Όλα τα βιβλία του κυκλοφορούν ελεύθερα στο διαδίκτυο.
Πρώτη δημοσίευση: https://diastixo.gr/