Ιστορίες μιας Αναπληρώτριας, μέρος Στ’

Από Μάρτης έφτασε Μάης χωρίς να το καταλάβω. Σπίτι-webex-παραλία ήταν το πρόγραμμα μου επί καθημερινής βάσεως για αρκετό καιρό.

 10 Μαΐου. Η στιγμή που θα γνώριζα από κοντά τα νηπιάκια μου είχε φτάσει. Η ίδια αγωνία, το ίδιο άγχος, οι ίδιοι φόβοι. Κι αν κάποιο χτυπούσε την ώρα του παιχνιδιού; Κι αν κάποιο πνιγόταν ενόσω έτρωγε; Κι αν κάποιο τραυματιζόταν με κάποιο ψαλίδι; Με έναν κόμπο στο στομάχι ανηφόρισα στον λόφο του Αγίου Κωνσταντίνου για να φτάσω στο νηπιαγωγείο. Ούτε τη θέα δεν έβλεπα, τη θάλασσα που ήταν δέκα μέτρα μακριά μου, πόσο μάλλον εκείνο το μηχανάκι που ξεπετάχτηκε από ένα στοπ, περνώντας πάνω από τη διάβαση που διέσχιζα εκείνη τη στιγμή. Το θετικό είναι ότι πρόλαβα να ανέβω στο πεζοδρόμιο πριν επέλθει η σύγκρουση, το αρνητικό ότι ο ασυνείδητος μηχανόβιος πάτησε σε μια λακκούβα, καλύπτοντας με ολόκληρη με λάσπη.

 Είχα αργήσει. Επιτάχυνα το βήμα μου και στην επόμενη στροφή είδα να ξεπροβάλει το σχολείο που για λίγο καιρό θα θεωρούσα σχολείο μου. Ξεκλείδωσα την εξώπορτα και μπήκα στην αυλή. Τα παιδιά και οι συνάδελφοι του δημοτικού με κοιτούσαν περίεργα, φανταστείτε λοιπόν το θέαμα. Ο διευθυντής με προσέγγισε και με ρώτησε αν ήμουν καλά και αν χρειαζόμουν κάτι. Του εξήγησα εν τάχει και κατευθύνθηκα στην τάξη μου. Εκεί να δείτε πλάκα. Η προϊσταμένη ανήσυχη να με εξετάζει για να δει αν χτύπησα και τα παιδιά να με ρωτάνε ποια είμαι.

 Έπρεπε να γνωριστούμε από την αρχή. Συγκεντρωθήκαμε στην παρεούλα και κάναμε μια σύντομη γνωριμία. Η ώρα πέρασε πολύ γρήγορα και εγώ βρέθηκα στο ολοήμερο με τέσσερα παιδιά. Με τον ίδιο αριθμό θα συνέχιζα μέχρι τέλους. Αυτό ήταν όμως κάτι που τότε δεν ήξερα.

 Η ρουτίνα μου άλλαξε. Σπίτι – 25 λεπτά περπάτημα σε ανηφόρα – μάθημα -25 λεπτά περπάτημα σε κατηφόρα – παραλία. Άρχισα να εξερευνώ κι άλλα μονοπάτια, να βγάζω πιο πολλές φωτογραφίες για να τις έχω ενθύμιο όταν θα γύριζα στη νεκρόπολη, να κάθομαι με τις ώρες στο ίδιο παγκάκι και να διαβάζω κάποιο βιβλίο ή να χαζεύω τους περαστικούς.

 Κάπως έτσι ο χρόνος είχε αρχίσει να μετρά αντίστροφα. Η στιγμή που θα αποχωριζόμουν τους μαθητές μου είχε σχεδόν φτάσει.